Φαρμακολογική αντιμετώπιση των διαταραχών προσωπικότητας
Παρελθόν, παρόν και μέλλον

ΔΗΜΟΣ ΔΗΜΕΛΛΗΣ
Ειδικευόμενος Ψυχίατρος, Β' Πανεπιστημιακή Ψυχιατρική Κλινική, Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης

Περίληψη
Αποτελεί πρόκληση για τον κλινικό ψυχίατρο η φαρμακευτική αντιμετώπιση των Διαταραχών Προσωπικότητας. Η σύγχρονη θεραπευτική δεν εστιάζει τόσο στην αντιμετώπιση κάθε μιας χωριστά, αλλά στη βελτίωση συμπεριφορών και λειτουργικών περιοχών όπως το συναίσθημα, η επιθετικότητα, η απώλεια ελέγχου των παρορμήσεων, η διαταραχή των γνωστικών λειτουργιών και το άγχος. Με δεδομένο ότι αυτές οι διαταραχές άπτονται ενός σημαντικού μέρους του κλινικού, κι όχι μόνο, πληθυσμού, παρουσιάζονται οι ισχύουσες απόψεις αλλά και οι μελλοντικές προοπτικές της φαρμακοθεραπείας των Διαταραχών Προσωπικότητας, όπως αυτές πηγάζουν από τη διεθνή βιβλιογραφία και γίνεται η παρουσίαση της προτεινόμενης φαρμακευτικής παρέμβασης στις τρεις πιο μελετημένες και αντιπροσωπευτικές διαταραχές. Σχιζότυπη, Μεταιχμιακή και Αποφευκτική διαταραχή προσωπικότητας, κατά DSM-IV.

Εισαγωγή

Για μεγάλο χρονικό διάστημα, η φαρμακοθεραπεία «απευθυνόταν» κυρίως σε άτομα με διαταραχές του ’ξονα Ι κατά DSM-IV, και μόνο πρόσφατα άρχισε να λογίζεται σε θεραπευτική επιλογή για τις διαταραχές προσωπικότητας. Αυτό ήταν αναμενόμενο, καθώς «παραδοσιακά» σχεδόν η αιτιολογία των διαταραχών προσωπικότητας αποδίδονταν σε αναπτυξιακά και ψυχοδυναμικά μοντέλα με συνέπεια κατάλληλη προσέγγιση να θεωρείται μόνο η ψυχοθεραπεία [διαπροσωπική, ομαδική ή περιβάλλοντος]. Παρόλα αυτά, τα τελευταία χρόνια, όλο και πιο συχνά, γίνεται λόγος για τους βιολογικούς παράγοντες που εμπλέκονται στην αιτιοπαθογένεια των διαταραχών προσωπικότητας. Εξ ορισμού «Διαταραχή Προσωπικότητας» είναι ένα σύνολο από δυσπροσαρμοστικά συμπτώματα και συμπεριφορές που εμφανίζονται νωρίς στην ενήλικη ζωή και επιμένουν χωρίς ύφεση1. Σήμερα πια, από φαινομενολογικής άποψης, ο όρος «διαταραχή προσωπικότητας» θεωρείται ότι αντιπροσωπεύει χρόνιες διαταραχές στις εξής παραμέτρους: συναίσθημα, παρορμητικότητα, επιθετικότητα, γνωστική λειτουργία και άγχος. Αυτή η προσέγγιση των διαταραχών προσωπικότητας, υποστηρίζεται από την έρευνα που προτείνει βιολογικές συσχετίσεις για κάθε μια από τις προαναφερθείσες παραμέτρους. Σαν συνέπεια η φαρμακοθεραπεία άρχισε να αποτελεί θεραπευτική επιλογή του κλινικού, o οποίος, για παράδειγμα, προσπαθεί να αντιμετωπίσει τη συναισθηματική αστάθεια με τον τρόπο που κάποιος θα αντιμετώπιζε τη χρόνια συναισθηματική διαταραχή. Είναι βέβαια, αυτονόητο ότι η ψυχοθεραπεία σε όλες τις μορφές, της παραμένει η κυρίαρχη θεραπευτική προσέγγιση για τους ασθενείς αυτούς.

Πρωτοποριακές μελέτες από τις οποίες προκύπτει ότι η φαρμακοθεραπεία βοήθησε ασθενείς με διαταραχές προσωπικότητας υπήρχαν ήδη από τις δεκαετίες του 60 και του '702,3,4. Παρόλα αυτά πέρασαν αρκετά χρόνια μέχρι τα αποτελέσματα αυτών των ερευνών να εκτιμηθούν και να χρησιμοποιηθούν στην κλινική πράξη. Φάνηκε έτσι, ότι η φαρμακοθεραπεία μπορεί να βοηθήσει τον ασθενή με διαταραχή προσωπικότητας στα συναισθηματικά του συμπτώματα, (περιλαμβανομένων της συναισθηματικής αστάθειας και της παροδικής κατάθλιψης) στην παρορμητικότητα/επιθετικότητα, στα ψυχωσικόμορφα συμπτώματα, στις γνωστικές και αντιληπτικές του διαστρεβλώσεις και στο άγχος.

Σκοπός της εργασίας αυτής είναι να παρουσιασθούν οι ψυχοφαρμακολογικές επιλογές που, σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία, έχει ο κλινικός στη διάθεση του απέναντι στο δυσεπίλυτο πρόβλημα της αντιμετώπισης των διαταραχών προσωπικότητας.

Γενικά

Οι 10 διαταραχές προσωπικότητας (κατά DSM-IV) διακρίνονται σε τρεις υποομάδες, ανάλογα με το επικρατούν χαρακτηριστικό τους:

(1 ) Ασθενείς Παράξενοι ή Εκκεντρικοί: περιλαμβάνονται η Παρανοειδής, η Σχιζοειδής και η Σχιζότυπη διαταραχή προσωπικότητας.

(2) Ασθενείς Δραματικοί, με Έντονα Συναισθήματα ή Παρορμητικοί: περιλαμβάνονται η Αντικοινωνική, η Μετεχμιακή η παρορμητική και η Ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας, και

(3) Ασθενείς αγχώδεις η φοβισμένοι: περιλαμβάνονται η Αποφευκτική, η Εξαρτημένη και η Ψυχαναγκαστική Καταναγκαστική διαταραχή προσωπικότητας.

Παρακάτω παρατίθενται, συνοπτικά οι επικρατούσες απόψεις για την φαρμακοθεραπεία της Σχιζότυπης, της Μεταιχμιακής και της Αποφευκτικής Διαταραχής Προσωπικότητας, κάθε μια από τις οποίες εκπροσωπεί την υποομάδα στην οποία ανήκει.

Έναρξη της θεραπείας και χειρισμός των ανεπιθύμητων ενεργειών της

Αρχίζοντας τη φαρμακοθεραπεία σε ένα ασθενή με διαταραχή προσωπικότητας ο κλινικός συζητά μαζί του τα εξής θέματα:

(α) Συμφωνούν ότι υπάρχει το συγκεκριμένο πρόβλημα που ο ασθενής επιθυμεί να αντιμετωπίσει.

(β) Συζητούν τη λογική της επιλογής συγκεκριμένης ΦΑ, τα συμπτώματα «στόχος» και τις πιθανές ανεπιθύμητες ενέργειες.

(γ) Συζητούν για μια αντικειμενική διαδικασία αξιολόγησης της προόδου της θεραπείας. Δοθείσης της ευαισθησίας των ασθενών με διαταραχές προσωπικότητας στις ανεπιθύμητες ενέργειες των ψυχοτρόπων φαρμάκων αλλά και της χρονιότητας της διαταραχής, προτείνεται η έναρξη της αγωγής με την χαμηλότερη δόση και βραδεία αύξηση στα θεραπευτικά επίπεδα. Ένας «πρακτικός» κανόνας είναι: "αρχίζουμε τη θεραπεία με τη μισή δόση με την οποία θα ξεκινούσαμε σε μια διαταραχή του ’ξονα I και ακολουθούμε το μισό ρυθμό αύξησης". Αν στην πορεία της θεραπείας ενσκήψουν ανεπιθύμητες ενέργειες οφειλόμενες στη χορηγούμενη αγωγή, η αντιμετώπισή τους γίνεται με βάση τα ισχύοντα γενικώς για τις καταστάσεις αυτές, δηλαδή μείωση ή διακοπή της αγωγής ή συμπτωματική θεραπεία.

Αξιολόγηση της θεραπευτικής απάντησης

Η αξιολόγηση της απάντησης στην αγωγή μπορεί να γίνει με απλές τεχνικές, όπως η κατασκευή μιας κλίμακας από το 0 έως το 10, όπου το 0 αντιπροσωπεύει π.χ. [μιλώντας για ένα ασθενή που στόχος είναι η ελάττωση της συναισθηματικής αστάθειας] την εξής κατάσταση: «τα πιο έντονα και ασταθή συναισθήματα που έχω νιώσει ποτέ» και το 10 μτα πιο σταθερά συναισθήματα που έχω νιώσει ποτέ». Ζητείται από τον ασθενή να συμπληρώνει την κλίμακα σε κάθε συνεδρία. Ένας άλλος τρόπος είναι το καθημερινό ημερολόγιο όπου ο ασθενής περιγράφει το αν η μία μέρα ήταν καλή ή κακή και γιατί.

(Α) Η ΦΑΡΜΑΚΟΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ «ΠΑΡΑΞΕΝΟΥ» ΚΑΙ «ΕΚΚΕΝΤΡΙΚΟΥ» ΑΣΘΕΝΗ

Στην ομάδα των διαταραχών προσωπικότητας ανήκουν: η Παρανοειδής, η Σχιζοειδής και η Σχιζότυπη διαταραχή προσωπικότητας, με την τελευταία να είναι η περισσότερο μελετημένη από πλευράς κληρονομικότητας, ψυχοβιολογίας και φαρμακοθεραπείας.

Αντιψυχωτικά: Χαμηλές δόσεις αντιψυχωτικών φαρμάκων συγκέντρωσαν το ενδιαφέρον των κλινικών αρκετά χρόνια πριν: Έτσι σε μια «ανοιχτή» μελέτη χορηγήθηκε πιμοζίδη [3mg/ημέρα] σε ασθενείς με Μεταιχμιακή, Παρανοειδή, Σχιζοειδή, Ιστριονική και Ψυχαναγκαστική-Καταναγκαστική διαταραχή προσωπικότητας, με συνολική βελτίωση σε ποσοστό 69%3. Αργότερα [1986] σε 17 ασθενείς με Σχιζότυπη διαταραχή προσωπικότητας, χορηγήθηκε αλοπεριδόλη [maximum 12mg/ημέρα], και οι μισοί [που ολοκλήρωσαν τελικά την μελέτη] βελτιώθηκαν σε 6 εβδομάδες στις εξής παραμέτρους: κοινωνική απομόνωση, παράξενη επικοινωνία, ιδέες συσχέτισης6.

Οι αναφερθείσες μελέτες, αλλά και άλλες που έγιναν στην κατεύθυνση αυτή, εμφανίζουν μεθοδολογικές αδυναμίες, ενώ εκείνο που φάνηκε ήταν ότι κανένας αντιψυχωτικός παράγοντας δεν υπερέχει έναντι των άλλων στην θεραπεία αυτών των διαταραχών προσωπικότητας. Τα στοιχεία μέχρι σήμερα δείχνουν ότι χαμηλές δόσεις αντιψυχωτικών [δόσεις ισοδύναμες με 1-2 mg/ημέρα αλοπεριδόλης] είναι αποτελεσματικές στην αντιμετώπιση, τουλάχιστον προσωρινά, των αντιληπτικών/γνωστικών δυσλειτουργιών σε άτομα με διαταραχές προσωπικότητας. Με δεδομένο, όμως, τον κίνδυνο ανάπτυξης όψιμης δυσκινησίας και δυστονίας, προτείνεται η χρήση τους μόνο για περιορισμένα χρονικά διαστήματα [μήνες] και η συχνή επανεκτίμηση της αναγκαιότητας τους.

Με δεδομένη την συχνή συννοσηρότητα της Σχιζότυπης διαταραχής προσωπικότητας με την κατάθλιψη [30%-50%] τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα αποτελούν μια λογική επιλογή στην περίπτωση αυτή. Οι μέχρι σήμερα μελέτες είναι περιορισμένες σε αριθμό, και το δείγμα που περιλαμβάνουν είναι μικρό. Οι Markovitz et al (1991), αναφέρουν μείωση των ψυχαναγκαστικών και καταθλιπτικών συμπτωμάτων, του άγχους και της ευαισθησίας στην απόρριψη, που παρατηρήθηκε σε ασθενείς με Σχιζότυπη διαταραχή προσωπικότητας, που έλαβαν 20-80 mg Φλουοξετίνης επί 12 εβδομάδες, σε μια ανοιχτή μελέτη7. Σημειώνεται ότι η βελτίωση ήταν σημαντική ανεξαρτήτως της ύπαρξης ή μη μείζονος κατάθλιψης. ’λλες όμως έρευνες δείχνουν και αντίθετα αποτελέσματα. Οι Sollof et al (1989), βρήκαν ότι η Αμιτριπτυλίνη σε δόσεις 100-175mg για 5 εβδομάδες, ελεγχόμενη με placebo, ήταν λιγότερο αποτελεσματική από την αλοπεριδόλη στην αντιμετώπιση καταθλιπτικών και ψυχωσικόμορφων συμπτωμάτων σε μια ομάδα με Μεταιχμιακούς και Σχιζότυπους ασθενείς8.

Απαιτούνται λοιπόν, ελεγχόμενες μελέτες για να αξιολογηθούν τα παρακάτω:

  1. Η αποτελεσματικότητα αντιψυχωτικών και αντικαταθλιπτικών.
  2. Οι κατάλληλες δόσεις τους.
  3. H διάρκεια της θεραπείας.
  4. Η αναλογία κινδύνου/οφέλους.
  5. Η χρησιμότητα των άτυπων αντιψυχωτικών.

'Εναρξη της Θεραπείας

Προτείνεται ή έναρξη με ισοδύναμα του 1 mg αλοπεριδόλης και αύξηση στα 2 mg μετά από 2 εβδομάδες, εάν στο μεταξύ δεν εμφανισθούν ανεπιθύμητες ενέργειες.

Αξιολόγηση της Πορείας

Αυτή γίνεται με το να παρακολουθεί ο κλινικός κάποια συμπτώματα «στόχος» και στην εξέλιξη τους, να χρησιμοποιεί σύντομες κλίμακες για την ψυχοπαθολογία [BPRS] ή να χρησιμοποιεί τέλος τις αυτοσχέδιες κλίμακες που προαναφέρθηκαν στα εισαγωγικά.

(B) Η ΦΑΡΜΑΚΟΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΟΡΜΗΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΑΣΤΑΘΟΥΣ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΑ ΑΣΘΕΝΗ
[ΜΕΤΑΙΧΜΙΑΚΗ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ]

Οι προσωπικότητες της δεύτερης ομάδας, μπορεί κανείς να πει ότι, χαρακτηρίζονται κυρίως από δύο στοιχεία:

  1. Παρορμητική επιθετικότητα, και
  2. Συναισθηματική ευμεταβλητότητα.

Καθώς όμως τα στοιχεία αυτά μπορεί ταυτόχρονα να βρεθούν και σε άλλες καταστάσεις, εκτός από τις διαταραχές προσωπικότητας, είναι σημαντικό ο κλινικός να τις διαφοροδιαγνώσει, πριν αποφασίσει τη θεραπευτική στρατηγική που θα ακολουθήσει.

Α. Διαφορική Διάγνωση Παρορμητικότητας: διπολική διαταραχή, δευτερογενή οργανικά ψυχοσύνδρομα οφειλόμενα σε επιληψία, τραύμα, κατάχρηση ουσιών.

Β. Διαφορική διάγνωση Συναισθηματικής Αστάθειας: συναισθηματικές διαταραχές, κατάχρηση ουσιών, τοξικώσεις, στερητικά φαινόμενα, νοσήματα του συνδετικού ιστού λοιμώδη νοσήματα [AIDS, εγκεφαλίτιδα], νευρολογικά νοσήματα [Μ/S, άνοιες].

Επιλογή της θεραπείας

1. Εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης Σεροτονίνης

Το καλύτερο μελετημένο φάρμακο είναι η φλουοξετίνη. Σε αρκετές διπλές-τυφλές μελέτες, ελεγχόμενες με placebo, καταδείχθηκε η αποτελεσματικότητα της φλουοξετίνης στην αντιμετώπιση των εξής συμπτωμάτων: επιθετικότητα, ευερεθιστότητα, παρορμητικότητα, αυτοκαταστροφική συμπεριφορά. Στις μελέτες αυτές η φλουοξετίνη χορηγήθηκε σε δόσεις 5-80mg/ ημέρα [μ.ο.=20-60mg/d], και για άλλοτε άλλο χρονικό διάστημα. Σε κάποιες μάλιστα από τις έρευνες αυτές η υποχώρηση της επιθετικότητας ήταν τόσο γρήγορη και θεαματική [από την 1η εβδομάδα] που θεωρήθηκε σαν placebo-effect9-13. Εκτός της φλουοξετίνης, δοκιμάσθηκε και η σερτραλίνη σε μια ανοιχτή μελέτη με ασθενείς με διαταραχές προσωπικότητας, και βρέθηκε ότι μετά από 4 εβδομάδες χορήγησης, μειώθηκε τόσο η επιθετικότητα όσο και η ευερεθιστότητα των εν λόγω ασθενών14.

2. Λίθιο

Πιστεύεται ότι το λίθιο μπορεί να αντιμετωπίσει τη συναισθηματική ευμεταβλητότητα, ανεξαρτήτως του συνδρόμου στα πλαίσια του οποίου αυτή εμφανίζεται και να μειώσει επίσης την παρορμητικότητα και τη βίαιη συμπεριφορά στα πλαίσια μιας π.χ. αντικοινωνικής διαταραχής προσωπικότητας. Χορηγούμενο σε κρατουμένους, ανεξαρτήτως διάγνωσης, για τρεις μήνες, προκάλεσε μια αξιοσημείωτη μείωση των βίαιων ενεργειών τους15. Μείωσε επίσης την ευερεθιστότητα, το θυμό και την αυτοκτονικότητα μεταιχμιακών ασθενών, σε μια πρόσφατη μελέτη16. Αν μάλιστα σημειωθούν στους ασθενείς διακριτά επεισόδια υπομανίας ή μείζονος κατάθλιψης, δυσθυμία ή κυκλοθυμία τότε το λίθιο έχει θέση στη θεραπευτική.

3. Αντιεπιληπτικά

Η ομοιότητα, σε ένα βαθμό, των ευρημάτων μεταιχμιακών ασθενών, με τα ευρήματα της κροταφικής επιληψίας, [ευμετάβλητο συναίσθημα, επεισόδια οργής, βραχείες ψυχωσικόμορφες εκδηλώσεις, μαλακά νευρολογικά σημεία] οδήγησε στη δοκιμή των αντιεπιληπτικών φαρμάκων3,17. Δοκιμάσθηκε η καρβαμαζεπίνη σε δόση [μέσος όρος] 820 mg/d, σε μεταιχμιακούς, με αποτέλεσμα τη μείωση της παρορμητικής-επιθετικής συμπεριφοράς18,19. Δοκιμάσθηκε επίσης και το βαλπροϊκό, σε μεταιχμιακούς ασθενείς. Σε δόσεις 500-1000 mg/ημέρα, για 5-8 εβδομάδες, βρέθηκε ότι βελτιώνει τόσο την αστάθεια [συναισθηματική], όσο και τις εκρήξεις θυμού20,21. Από τα νεώτερα αντιεπιληπτικά, η λαμοτρυγίνη δοκιμάσθηκε σε μεταιχμιακούς, και σε δόσεις 75-300 mg/d και μέσα σε 3-4 μήνες βελτίωσε τη συνολική τους λειτουργικότητα, αποτέλεσμα που διατηρήθηκε και στην επανεκτίμηση22.

4. Αδρενεργικοί ανταγωνιστές

Η προπρανολόλη που έχει δοκιμασθεί γενικώς, σε ασθενείς με εκρήξεις θυμού, παρορμητική και επιθετική συμπεριφορά, και σε δόσεις έως 200 mg/ημέρα, είχε θετικά αποτελέσματα. Χρειάζεται όμως προσεκτική παρακολούθηση τόσο του καρδιαγγειακού, όσο και του αναπνευστικού συστήματος23,24.

5. Αντιψυχωτικά

Πολυάριθμες μελέτες υποστηρίζουν τα ευεργετικά αποτελέσματα της χορήγησης, χαμηλών δόσεων αντιψυχωτικού, σε ασθενείς με εύκολη απώλεια του ελέγχου των παρορμήσεων, καταθλιπτικά, παρανοειδή ή σχιζότυπα στοιχεία, Π.χ.:

Α. Αλοπεριδόλη, (4-16 mg/d, βελτίωση της επιθετικότητας-παρορμητικότητας μεταιχμιακών ασθενών σε 5 εβδομάδες8).

Β. Λοξαπίνη (σε μέση δόση 14 mg/d, υπερείχε της χλωροπρομαζίνης (110 mg/d), μειώνοντας την καχυποψία, την επιθετικότητα, το άγχος και την καταθλιπτκή διάθεση25.

Γ. Η θειοριδαζίνη (σε μέση δόση 92 mg/d) βελτίωσε τη λειτουργικότητα, συνολικά, σε 6 από 11 μεταιχμιακούς ασθενείς26.

Δ. Η κλοζαπίνη (σε χαμηλές δόσεις (25-100 mg/d), ανακούφισε τα ψυχωτικόμορφα συμπτώματα σε ένα μικρό δείγμα μεταιχμιακών ασθενών, σε 1-4 μήνες27.

Ε. Η ολανζαπίνη, (χορηγούμενη για 8 εβδομάδες, σε μεταιχμιακούς με συνοδό δυσθυμία, βελτίωσε σημαντικά τα ψυχωσικόμορφα συμπτώματα, την κατάθλιψη, το θυμό και τη διαπροσωπική λειτουργικότητα28).

6. Βενζοδιαζεπίνες

Λόγω της δυσκολίας που υπάρχει στο να ελεγχθεί η λήψη τους και δοθείσης της εξαρτησιογόνου φύσης τους δεν συνιστώνται.

(Γ) Η ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΟΥ ΑΓΧΩΔΟΥΣ ΑΣΘΕΝΗ (ΑΠΟΦΕΥΚΤΙΚΗ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ)

Το άγχος είναι συναίσθημα που βρίσκεται διάχυτα στην καθημερινή ζωή όλων των ανθρώπων. Μπορεί να αντανακλάται σε άλλα συναισθήματα ή συμπεριφορές όπως η ντροπαλότητα, η ευαισθησία στην απόρριψη και η μειωμένη ικανότητα αντίληψης και εκμετάλευσης θετικών ευκαιριών. Προκαλεί σωματικά συμπτώματα, και επιδρώντας σε γνωστικές λειτουργίες, επηρεάζει την ικανότητα συγκέντρωσης και μπορεί να οδηγήσει ακόμη και σε σύγχυση. Πριν εστιαστεί σαν σύμπτωμα, μέσα στα πλαίσια μιας διαταραχής προσωπικότητας, πρέπει να διαφοροδιαγνωσθεί από άλλες καταστάσεις, όπως: γενικευμένη αγχώδης διαταραχή, διαταραχή πανικού, φοβικές διαταραχές, ψυχαναγκαστική-καταναγκαστική διαταραχή. Εξάλλου διαταραχές προσωπικότητας όπως η αποφευκτική και η εξαρτημένη, μπορεί κάλλιστα, να συνυπάρχουν με Μείζονα Κατάθλιψη ή Ψυχαναγκαστική-Καταναγκαστική διαταραχή.

Επιλογή της θεραπείας

Αν και δεν υπάρχουν αρκετές μελέτες, φαίνεται ότι οι SSRI's, οι Αναστολείς της ΜΑΟ, οι ανταγωνιστές των β-αδρενεργικών υποδοχέων και οι βενζοδιαζεπίνες [π.χ. Αλπραζολάμη], που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία των Αγχωδών Διαταραχών του ’ξονα Ι, έχουν κάποια χρησιμότητα και στις διαταραχές προσωπικότητας με προεξάρχων σύμπτωμα το άγχος, αποτελώντας όμως πάντα συμπτωματική αγωγή που σκοπό έχει να βοηθήσει τις ψυχοθεραπευτικές παρεμβάσεις που παραμένουν το κύριο θεραπευτικό μέσον.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  1. Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders, Fourth Edition, American Psychiatric Association, 1994.

  2. Klein DF: Psychiatric diagnosis and a typology of clinical drug effects. Psychopharmacology 13: 359-386, 1968.
  3. Klein DF, Greenberg IM: Behavioral effects of diphenylhydantoin in severe psychiatric disorders. Am J Psychiatry 124: 847-849, 1967.
  4. Rifkin A, Quitkin F, Curillo C et al: Lithium carbonate in emotionally unstable character disorders. Arch Gen Psychiatry 27: 519-523, 1972b.
  5. Reyntjens AM: A series of multicentric pilot trials with pimozide in psychiatric practice, I: pimozide in the treatment of personality disorders. Acta Psychiatr Belg 72: 653-661.
  6. Hymovitz P, Frances A, Jacobsberg LB et al,: Neuroleptic treatment of schizotypal personality disorders. Compr Psychiatry 27: 267-271, 1986.
  7. Markovitz PJ, Calabrese JR, Schulz SC et al: Fluoxetine in the treatment of borderline and schizotypal personality disorders. Am J Psychiatry 148: 1064-1067, 1991.
  8. Sollof PH, George A, Nathan RS: Amitryptiline vs haloperidol in borderlines: Final outcomes and predictors of response. J Clin Psychopharmacol 9:238-246, 1989.
  9. Salzman C, Wolfson AN, Miyawaki E: Fluoxetine treatment of anger in borderline personality disorder. Proceedings of the American College of Neuropaychopharmacology, 1992, p 24.
  10. Salzman C, Wolfson AN, Schatzberg A: Effects of fluoxetine on anger in symptomatic volunteers with borderline personality disorder. J Clin Psychopharmacol 15: 23-29, 1995.
  11. Coccaro EF, Kavoussi RJ: Fluoxetine and impulsive behavior in personality disordered subjects. Arch Gen Psychiatry 54: 1081-1088, 1997.
  12. Coccaro EF, Astrill JL, Herbert JA: Fluoxetine treatment of impulsive aggression in DSM-III-R personality disorder patients J Clin Psychopharmacol 10: 373-375, 1990.
  13. Cornelius JR, Sollof PH, Perel JM: A preliminary trial of fluoxetine in refractory borderline patients. J Clin Psychopharmacol 11: 116-120, 1991.
  14. Kavoussi RJ, Liu J, Coccaro EF: An open trial of setraline in personality disordered patients with impulsive aggression. J Clin Psychiatry 55: 137-141, 1994.
  15. Sheard MH, Marini, JL, Bridges DL: The effects of lithium on impulsive aggressive behavior in-man. Am J Psychiatry 148: 1409-1413, 1976.
  16. Links PS, Steiner M, Boiago I: Lithium therapy for borderline patients: preliminary findings. Journal of Personality Disorders 4: 173-181, 1991.
  17. Gardner DL, Cowdry RW: Positive effects of carbamazepine on behavioral dyscontrol in borderline personality disorder. Am J Psychiatry 142: 519-522, 1986.
  18. Cowdry RW, Cardner DL: Pharmacotherapy of borderline personality disorder: alprazolam, carbamazepine, trifluoperazine. Arch Gen Psychiatry 45: 111-119, 1988.
  19. Luchins DJ: Carbamazepine in violent non-epileptic schizophrenics. Psychopharmacol Bull 20: 569-571, 1984.
  20. Stein DJ, Simeon D, Frenkel M et al: An open trial of valproate in borderline personality disorder. J Clin Psychiatry 56: 506-510, 1995.
  21. Donovan SJ, Susser ES, Nunes EV et al: Divalproex treatment of disruptive adolescents: a report of ten cases. J Clin Psychiatry 58: 1, 12-15, 1997.
  22. Pinto OC, Akiskal HS: Lamotrigine as a promising approach to borderline personality: an open case series without concurrent DSM-IV major mood disorder. J Affect Disord, Dec 1998 51 (3) p. 333-343.
  23. Campbell M, Gonzalez NM, Silva RR: The pharmacological treatment of conduct disorders and rage outbursts. Psychiatr Clin North Am 15: 69-85, 1992.
  24. Stewart JT: Huntington's disease and propranolol. Am J Psychiatry 150: 166-167, 1993.
  25. Leone NF: Response of borderline patients to loxapine and chlorpromazine. J Clin Psychiatry 43: 148-150, 1982.
  26. Teicher MH, Glod CA, Aaronson ST et al: open assessment of the safety and efficacy of thioridazine in the treatment of patients with borderline personality disorder. Psychopharmacol Bull 25: 535-549, 1989.
  27. Benedetti F. Sforzini L, Colombo C, Maffei C. Smeraldi E: Low dose clozapine in acute and continuation treatment of severe borderline personality disorder. J Clin Psychiatry 1998 Mar; 59(3): 103-107.
  28. Schulz SC, Camlin KL, Berry SA, Jesberger JA: Olanzapine safety and efficacy in patients with borderline personality disorder and comorbid dysthymia, Biol Psychiatry 15; 46/10): 1429-1435, 1999 Nov.