Εναλλακτική και θαυματουργική ιατρική: από το μύθο στο λόγο
Ν. ΚΟΥΤΟΥΒΙΔΗΣ*, Α. ΦΩΤΙΑΔΟΥ*, Θ. ΧΑΛιΩΤΗΣ**, Ι. ΜΑΥΡΑΚΗ***
* Ψυχίατροι, Ν.Ε.Ε.Σ. Κοργιαλένειο - Μπενάκειο, Ψυχιατρικό Τμήμα.
** Ιστορικός.
*** Ειδικευόμενη Ψυχολόγος.

Περίληψη
Τα τελευταία χρόνια ανθεί η εναλλακτική ιατρική, ως σύνολο μεθόδων που κείνται πέρα από την κατεστημένη επιστημονική ιατρική και εμφανίζουν συγγένεια με θεραπευτικές μεθόδους που απαντούν στις παραδοσιακές κοινωνίες. Ανάλογη άνθηση γνωρίζει και η θαυματουργική ιατρική, ενώ η εμπιστοσύνη του κοινού στις εναλλακτικές μορφές θεραπείας παρουσιάζεται αυξημένη. Στο άρθρο αυτό καταγράφονται οι σημαντικότερες μορφές της εναλλακτικής ιατρικής, εξετάζεται η κατά περίπτωση θεραπευτική και επιστημονική αξία τους από την άποψη της συμβατικής ιατρικής και επιχειρείται μια ανίχνευση των αιτιών που εξηγούν την άνθησή της. Το συμπέρασμα είναι ότι οι μέθοδοι εναλλακτικής θεραπείας παρουσιάζουν ευρεία διάδοση και ότι εκτείνονται από θεραπευτικές μεθόδους που προσομοιάζουν με αυτές της συμβατικής ιατρικής (και που ενδεχομένως θα είχε κάποια αξία η εμπεριστατωμένη επιστημονική μελέτη τους) έως μεθοδεύσεις οργανωμένης εξαπάτησης το κοινού και εκμετάλλευσης του ανθρώπινου πόνου, που θα ήταν χρήσιμο να αποκαλυφθούν προς όφελος τόσο της επιστήμης όσο και των ασθενών.

Εισαγωγή

Στο τέλος ενός αιώνα που σήμανε το θρίαμβο της τεχνολογίας και στις απαρχές ενός νέου αιώνα που υπόσχεται ακόμη περισσότερους τεχνολογικούς θριάμβους, ιδίως στο πεδίο των βιοϊατρικών επιστημών, η εναλλακτική ιατρική όχι μόνο επιβιώνει αλλά και αναπτύσσεται παράλληλα με τη συμβατική/επιστημονική ιατρική, αν όχι σε βάρος της. Σχεδόν στο σύνολό της η επιστημονική κοινότητα έχει υποβαθμίσει την αξία της εναλλακτικής ιατρικής, αν δεν έχει κατηγορήσει ανοιχτά τους φορείς της ως επικίνδυνους απατεώνες. Ωστόσο, δε λείπουν οι επιστημονικές φωνές που αναγνωρίζουν κάποια συμβολή των εναλλακτικών θεραπευτών στην αποκατάσταση της υγείας των ασθενών, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά ορισμένες μορφές εναλλακτικής ιατρικής.

Η στάση του κοινού εμφανίζεται διαφοροποιημένη: από τη μία πλευρά, η πλειοψηφία, των μη ειδικών, στις αναπτυγμένες κυρίως κοινωνίες, δείχνει να εμπιστεύεται περισσότερο την επιστημονική ιατρική και να θεωρεί την εναλλακτική ιατρική, μερικώς αν όχι στο σύνολό της, μια ενορχηστρωμένη προσπάθεια εξαπάτησης των ασθενών και εκμετάλλευσης του ανθρώπινου πόνου. Από την άλλη, διαρκώς περισσότεροι ασθενείς, και στις προηγμένες κοινωνίες, καταφεύγουν στις υπηρεσίες των εναλλακτικών θεραπειών1.

Η αντιφατική αυτή τοποθέτηση απέναντι στην εναλλακτική ιατρική δεν είναι καθόλου νέα. Η εποχή κατά την οποία ο Ιπποκράτης και η σχολή του είχαν ήδη αποκτήσει σπουδαία φήμη (5ος - 4ος αι. π.Χ.) ήταν επίσης και μία εποχή ακμής των Ασκληπιείων, των ιερών τεμενών του Ασκληπιού, στα οποία λάμβαναν χώρα θαυματουργικές θεραπείες. Χαρακτηριστική είναι η αριστοφανική διακωμώδησή τους στον «Πλούτο» (388 π.Χ.) αλλά και η τελική αναστήλωση του κύρους τους στο ίδιο έργο2.

Σε τι οφείλεται η επιβίωση/ανάπτυξη της εναλλακτικής ιατρικής;

Ποια η αξία και η συμβολή της στην ανακούφιση του ανθρώπινου πόνου; Σε τι θα μπορούσε να ωφεληθεί η συμβατική ιατρική από την εξέταση του φαινομένου;

Στα ερωτήματα αυτά επιχειρεί να δώσει απάντηση το παρόν άρθρο.

Εναλλακτικές Θεραπείες

Ενώ η εξειδίκευση, διαρκώς επεκτεινόμενη στη συμβατική ιατρική, εδράζεται κυρίως στο αντικείμενο της εκάστοτε θεραπευτικής παρέμβασης (κριτήριο: η νοσολογία), οι εναλλακτικοί θεραπευτές διαφορίζονται με κριτήριο τη μέθοδο θεραπείας που ακολουθούν χωρίς να λείπουν και οι περιπτώσεις -στις αναπτυσσόμενες κυρίως κοινωνίες- όπου οι παραδοσιακοί θεραπευτές εξειδικεύονται ανάλογα με το είδος της νόσου που αντιμετωπίζουν. Στις προηγμένες δυτικές κοινωνίες συγκεκριμένες εναλλακτικές θεραπείες γνωρίζουν ολοένα μεγαλύτερη δημοτικότητα.

Η ομοιοπαθητική είναι ίσως η δημοφιλέστερη από αυτές. Βασισμένη στην αρχαία ιδέα ότι «τα όμοια θεραπεύουν όμοια» (similia similibus), αναβίωσε στα νεότερα χρόνια μέσω του Γερμανού γιατρού Samuel Hahnemann. Οι ομοιοπαθητικοί, με τη χορήγηση μη τοξικών σκευασμάτων που αποσκοπούν στην ενίσχυση του ανοσοποιητικού συστήματος του οργανισμού (κατ' ανάλογο τρόπο με τον εμβολιασμό), αντιμετωπίζουν ένα ευρύ φάσμα σωματικών κυρίως παθήσεων, μέσω μιας μάλλον ολιστικής θεώρησης της νόσου και του ασθενή, η οποία συμπεριλαμβάνει το ιατρικό ιστορικό του αλλά και άλλους παράγοντες, όπως το επαγγελματικό και οικογενειακό περιβάλλον καθώς και τη γενικότερη ψυχοκοινωνική κατάσταση του αρρώστου. Αν και έχει επίσημα κατηγορηθεί ως ψευδοεπιστήμη, η ομοιοπαθητική φαίνεται αρκετά αποτελεσματική στην αντιμετώπιση ορισμένων ασθενειών, όπως είναι οι αναπνευστικές και στομαχικές παθήσεις και οι αλλεργίες. Στις μέρες μας πολλοί γιατροί και νοσηλευτές εκπαιδεύονται και στην ομοιοπαθητική.

Μιά πιο εξιδεικευμένη θεραπευτική τεχνική είναι η οστεοπαθητική. Βασισμένοι στη θεωρία ότι πολλές ασθένειες οφείλονται σε κακώσεις του σκελετού των οστών, ιδίως της σπονδυλικής στήλης, οι οστεοπαθητικοί εξετάζουν λεπτομερώς την ανατομική κατάσταση του σκελετομυϊκού συστήματος και, με μαλάξεις και εκτάσεις των οστών κυρίως, επιχειρούν να επαναφέρουν τον οργανισμό στην προηγούμενη φυσιολογική του λειτουργία. Η μέθοδος αυτή έχει αποδειχθεί χρήσιμη στην αντιμετώπιση παθήσεων στα οστά και στις αρθρώσεις.

Αλλη μία δημοφιλής τεχνική είναι ο βελονισμός. Με την εισαγωγή λεπτών βελονών σε επιλεγμένα σημεία του σώματος κάτω από το δέρμα και με τη συστροφή τους ή με τη διοχέτευση ηλεκτρικού ρεύματος στο σώμα μέσω αυτών, διεγείρονται τα αισθητήρια νεύρα και επιχειρείται η ανακούφιση του ασθενή από τον πόνο. Πρόκειται για μία πανάρχαια τεχνική της 'Απω Ανατολής, που βασίζεται στη θεωρία ότι η εμφάνιση της νόσου οφείλεται στη διατάραξη της ισορροπίας των δύο κοσμικών ενεργειών, Γιν και Γιανγκ, στον οργανισμό ενώ με τη βοήθεια του βελονισμού αποκαθίσταται η εξισορρόπησή τους. Πιστεύεται ότι η ανακούφηση από τον πόνο επέρχεται, είτε επειδή ο βελονισμός προκαλεί την έκκριση ενδορφινών είτε επειδή εμποδίζει τη μετάδοση επώδυνων ερεθισμάτων διά των νεύρων. Στις δυτικές κοινωνίες η μέθοδος χρησιμοποιείται κυρίως για την υποβοήθηση της διακοπής του καπνίσματος και της βραδυγλωσσίας, χωρίς να λείπουν πιο φιλόδοξες εφαρμογές (συμπληρωματική αγωγή κατά της τοξικοεξάρτησης).

Μια αρχαία αιγυπτιακή τεχνική, που έχει αναβιώσει στον αιώνα που φεύγει, είναι η ανακλασιολογία (ρεφλεξολογία). Οι ειδικοί της διατείνονται ότι τα διάφορα μέρη του σώματος επικοινωνούν μεταξύ τους μέσω διαύλων που παροχετεύουν «δύναμη ζωής» (vis vitalis), οι οποίοι συγκλίνουν καταλήγοντας στα πόδια. Κατά τους ίδιους θεραπευτές η νόσος οφείλεται σε κάποιο φραγμό εντός αυτών των διαύλων, που εμποδίζει την παροχέτευση της ζωτικής δύναμης στο τμήμα του σώματος που νοσεί, και ισχυρίζονται ότι, ψαύοντας τα πόδια και τα δάκτυλα του ασθενή, εντοπίζουν τους συγκεκριμένους φραγμούς. Στη συνέχεια, με κατάλληλες μαλάξεις διανοίγουν τους φραγμούς αυτούς και συμβάλλουν στη θεραπεία του ασθενή ακόμη και από σοβαρότατες παθήσεις, όπως από τον καρκίνο, επειδή η τεχνική τους διεγείρει και ενισχύει το ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού. Η ανακλασιολογία είναι δημοφιλής τεχνική όχι μόνο για σωματικές παθήσεις, όπως για τους πόνους στη μέση, αλλά και για ψυχικές διαταραχές, όπως το άγχος και η βουλιμία.

Από τα προηγούμενα γίνεται φανερό ότι οι εναλλακτικές τεχνικές δεν αφορούν μόνο σωματικές αλλά και ψυχικές παθήσεις. Ωστόσο, στα πλαίσια της εναλλακτικής ιατρικής έχουν αναπτυχθεί και εξειδικευμένες ψυχιατρικές θεραπείες, οι οποίες περιλαμβάνουν τόσο φυσικά ιάματα όσο και πνευματικές τεχνικές. Στο σημείο αυτό θα ήταν χρήσιμο να αναφερθεί ότι στις περισσότερες παραδοσιακές κοινωνίες υπάρχει η τάση διαχωρισμού των ασθενειών σε αυτές που θεραπεύονται από τη δυτική συμβατική ιατρική και σε αυτές που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της παραδοσιακής εναλλακτικής φροντίδας. Στις δεύτερες ανήκουν συνήθως και τα ψυχιατρική νοσήματα.

Η διεξοδική μελέτη και ανάλυση των ψυχιατρικών εναλλακτικών θεραπειών αποτελεί αντικείμενο ιδιαίτερης διαπραγμάτευσης. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου είναι χρήσιμο πάντως να επισημανθούν τα εξής:

α) Συχνά η διάγνωση μιας ψυχικής πάθησης συνδέεται με την κουλτούρα μιας δεδομένης κοινωνίας ή ενός κοινωνικού υποσυνόλου. Αυτό σημαίνει ότι οι ψυχιατρικές νοσολογικές κατηγορίες που αναγνωρίζει η δυτική ιατρική ίσως δεν έχουν οικουμενικότητα.

β) Τόσο στις αναπτυγμένες όσο και στις αναπτυσσόμενες κοινωνίες η ιατρική αντιμετώπιση του (σωματικά ή) ψυχικά πάσχοντος συνδέεται και με το ρόλο του ασθενή σε αυτές αλλά και με τις αντιλήψεις που εκάστοτε επικρατούν σχετικά με την κοινωνική σημασία της αρρώστιας3.

γ) Υπάρχουν σαφείς διαφορές, από βιοθεωρητική και κοσμοθεωρητική άποψη, στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζεται ο ψυχικά άρρωστος μεταξύ δυτικών και μη δυτικών κοινωνιών. (Για παράδειγμα, μπορεί να δει κανείς διαφορές μεταξύ δυτικών και ασιατικών θεραπειών που εντοπίζουν οι S.Pande4 και Ρ.Β.Pedersen5).

Ωστόσο, και παρά τις διαφορές αυτές, φαίνεται ότι ορισμένες τουλάχιστον παραδοσιακές θεραπείες, καθώς και οι ανάλογες εναλλακτικές ψυχιατρικές θεραπείες στη Δύση, είναι συγκρίσιμες με συμβατικές δυτικές θεραπευτικές μεθόδους6.

Ενώ η δυτική ψυχιατρική επικεντρώνεται κυρίως στη φαρμακοθεραπεία, η εναλλακτική παραδοσιακή ψυχιατρική χρησιμοποιεί ένα ευρύ φάσμα τεχνικών που περιλαμβάνουν εκχυλίσματα βοτάνων, τελετουργικούς χορούς, διαλογισμό, εργασιοθεραπεία, μαγεία, πνευματισμό και μαντεία. Από την άποψη της ιατρικής ανθρωπολογίας ενδιαφέρον παρουσιάζει όχι μόνο η μελέτη των επιμέρους θεραπευτικών μεθόδων αλλά και το ζήτημα του εκπολιτισμού: από πολλούς μελετητές έχει επισημανθεί η διείσδυση στοιχείων της ψυχιατρικής μεθοδολογίας που ακολουθούν οι παραδοσιακές κοινωνίες στο δυτικό κόσμο και αντίστροφα.

Ωστόσο, αρκετές από τις εναλλακτικές ψυχιατρικές θεραπείες στις προηγμένες κοινωνίες φαίνεται ότι ανήκουν αποκλειστικά στη δική τους παράδοση. Στις τελευταίες μπορούν να συμπεριληφθούν θαυματουργικές θεραπείες που συνδέονται με τη λατρεία αγίων (π.χ. το φαινόμενο του ταραντισμού στην Κάτω Ιταλία και η θεραπεία του, που συνδέονται με τον 'Αγιο Παύλο7, ή η πίστη στην ψυχοθεραπευτική δύναμη του Αγίου Γερασίμου της Κεφαλλονιάς8), εξορκισμοί και γενικότερα θαυματουργικές θεραπείες συνδεδεμένες με τη χριστιανική πίστη και εκκλησιαστική παράδοση. Ο πνευματισμός και η μαντεία, καθώς και ο διαλογισμός, είναι τεχνικές με σαφή ανατολική προέλευση, στις οποίες καταφεύγουν συχνά στις μέρες μας άνθρωποι με ψυχολογικά προβλήματα.

Από την άποψη της συμβατικής ιατρικής έχουν διατυπωθεί σοβαρές επιφυλάξεις για την αξιοπιστία της εναλλακτικής ψυχιατρικής. Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, πληθαίνουν τα επιστημονικά δημοσιεύματα που αναφέρονται σε αυτήν, με στόχο τη διερεύνηση των θεραπευτικών της δυνατοτήτων και της ωφέλειας που θα μπορούσε να προκύψει από την εφαρμογή εναλλακτικών/παραδοσιακών ψυχιατρικών μεθόδων.

Στο σημείο αυτό είναι χρήσιμο να σημειωθεί ότι, όπως υπάρχουν κακοί λειτουργοί σε όλα τα επαγγέλματα, το ίδιο ισχύει και για τους εναλλακτικούς θεραπευτές. Το γεγονός αυτό συχνά επισκιάζει τη συζήτηση για την αξία της εναλλακτικής ιατρικής καθαυτής, και γίνεται συχνά αφορμή γιά την πλήρη απαξίωσή της. Το φαινόμενο θα μπορούσε να εξηγηθεί με πολλούς τρόπους, αλλά ιδιαίτερη ευθύνη γι' αυτό φαίνεται να έχουν όσοι διακονούν κυρίως την υπερβατική/θαυματουργική ιατρική στο σύνολό της.

Στις υπερβατικές/θαυματουργικές τεχνικές μπορούμε να συμπεριλάβουμε τον πνευματισμό, τον εξορκισμό και τις θρησκευτικές ιεροτελεστίες, τις τεχνικές που εφαρμόζουν οι σαμάνες και οι ιατήρες* (medical men), καθώς και τη μαγεία στις διάφορες μορφές της. Μολονότι οι τεχνικές αυτές διαφέρουν σημαντικά μεταξύ τους, παρουσιάζουν ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά, που θα μπορούσαν να συνοψιστούν στα εξής:

α) Ο εκάστοτε θεραπευτής λειτουργεί συνήθως ως διαμεσολαβητής μεταξύ μιας υπερβατικής οντότητας (θεού, αγίου, δαίμονα, πνεύματος, ψυχής νεκρού) και του αρρώστου.

β) Η θεραπευτική ικανότητα του θεραπευτή δεν εξαρτάται μόνο ή κυρίως από τις τεχνικές του δεξιότητες' σημαντικό ρόλο διαδραματίζει η πίστη του αρρώστου σε αυτές καθώς και στη θεραπευτική δύναμη της υπερβατικής οντότητας που εκπροσωπείται ή διαμεσολαβείται από το θεραπευτή.

γ) Σχεδόν σε όλες αυτές τις τεχνικές απαιτείται η σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, άμεση ή έμμεση συμμετοχή των οικείων του αρρώστου στη θεραπευτική πρακτική.

δ) Το τελετουργικό που συνοδεύει τις τεχνικές αυτές έχει συνήθως διπλό ρόλο: τονώνει την εμπιστοσύνη του ασθενή στο θεραπευτή και συμβάλλει στην υποβολή του.


*Με το νεολογισμό «Ιατήρας» (που παράγεται πάντως απευθείας από τα Αρχαία Ελληνικά) επιχειρούμε να αποδώσουμε στη γλώσσα μας τον όρο "medical marn", καθώς, απ' ό,τι γνωρίζουμε, δεν έχει καθιερωθεί σε αυτήν αντίστοιχος όρος.

ε) Στις περισσότερες από τις θαυματουργικές θεραπείες (αλλά και τις εναλλακτικές θεραπείες γενικότερα) ο ασθενής αντιμετωπίζεται ολιστικά, ως ενιαία βιοψυχοκοινωνική ύπαρξη, με τρόπο που προσομοιάζει - παράδοξα ίσως - με τη σύγχρονη συμβατική επιστημονική αντίληψη περί ψυχοσωματικής/ολιστικής ιατρικής, όπως αυτή διατυπώνεται, λ.χ., από το Z.J. Lipowski9. Το γεγονός, πέρα από το ότι εξηγεί εν μέρει τη γοητεία που ασκεί η εναλλακτική ιατρική στο κοινό (κάτι για το οποίο θα γίνει λόγος στα επόμενα), υποδεικνύει ένα τουλάχιστον σημείο σύγκλισης μεταξύ συμβατικής και εναλλακτικής ιατρικής.

Συζήτηση

'Οπως σε κάθε θεραπευτική παρέμβαση, έτσι και στην εναλλακτική ιατρική βαρύνουσα σημασία έχει η αποτελεσματικότητα της. Παρά το ότι τα τελευταία χρόνια έχουν πληθύνει τα σχετικά δημοσιεύματα, η βιβλιογραφία γύρω από το θέμα αυτό παραμένει μάλλον φτωχή. Οι ερευνητές δείχνουν κάποια επιφυλακτικότητα ως προς την τελική τους αποτίμηση της εναλλακτικής ιατρικής, αλλά φαίνεται ότι μία συνολική απόρριψη ή αποδοχή των εναλλακτικών θεραπειών θα ήταν καταρχήν εσφαλμένη.

Σε μία πρόσφατη μελέτη που συνέκρινε εναλλακτικές και συμβατικές μεθόδους για τη θεραπεία της οσφυαλγίας10 οι δύο κατηγορίες θεραπειών βρέθηκαν περίπου ισάξιες. Σε μιά άλλη, διπλή-τυφλή, ελεγχόμενη μελέτη για τη θεραπεία της άνοιας11 βρέθηκε ότι το εκχύλισμα ginkgo biloba ήταν ασφαλές και ικανό να βελτιώσει τη νοητική λειτουργία και την κοινωνική λειτουργικότητα των ανοϊκών ασθενών σε βαθμό ανώτερο από το placebo. Στο μέτρο που θα μελετηθούν συστηματικά οι εναλλακτικές θεραπείες (το Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας των Η.Π.Α. έχει ενισχύσει πρόσφατα με γενναίες επιχορηγήσεις ανάλογες μελέτες), θα καταστεί δυνατή όχι μόνο η αποτίμηση της θεραπευτικής αποτελεσματικότητάς τους αλλά και η δυνητική συμβολή τους στη βελτίωση και συμπλήρωση της συμβατικής ιατρικής. Προς το παρόν είναι ανάγκη να διερευνηθεί επίσης το κατά πόσο ορισμένες εναλλακτικές θεραπείες συνιστούν είτε απλώς αναποτελεσματικές δράσεις, που επιβιώνουν εξαιτίας μιάς ισχυρής όσο και αντιεπιστημονικής παράδοσης, είτε οργανωμένες, περίπου «θεσμοθετιμένες», προσπάθειες οικονομικής εκμετάλλευσης του ανθρώπινου πόνου, που εδράζονται άλλοτε στην αδυναμία της συμβατικής ιατρικής να θεραπεύει ορισμένες νόσους και άλλοτε στην ευρύτερη διάδοση ανορθολογικών προτύπων εντός των σύγχρονων κοινωνιών.

Σε ό,τι αφορά ειδικότερα της ψυχιατρικές εναλλακτικές/παραδοσιακές θεραπείες, μπορεί να υποστηριχτεί ότι καταρχήν πρόκειται για πολιτισμικά μορφώματα, περίπου όσο και οι αντίστοιχες συμβατικές τεχνικές. 'Οπως παρατηρεί σχετικά ο AriKiev12, «καθώς οι πολιτισμοί παράγουν χαρακτηριστικές εντάσεις, παρέχουν επίσης μηχανισμούς για την ανακούφιση των εντάσεων». Συμβατή με τη διαπίστωση αυτή είναι η άποψη του Parker13, ότι, λ.χ., η υστερική συμπεριφορά τείνει να επικρατεί σε κοινωνίες όπου, μεταξύ άλλων, το θρησκευτικό σύστημα περιλαμβάνει την πίστη στην κατάληψη από υπερφυσικές δυνάμεις και όπου η υστερικού τύπου συμπεριφορά εμφανίζεται σε θεσμοθετημένες θρησκευτικές δραστηριότητες. Παρόμοια, ο Deveraux14, εκθέτοντας τους όρους που χρησιμοποιούν οι Μοχάβε για τους διάφορους τύπους ασθενειών και τα παραδοσιακά συμπτώματα που συνδέονται με αυτούς, υποστηρίζει ότι η γνώση του ασθενή για το από ποια ασθένεια υποφέρει μπορεί να τον οδηγήσει σε μία μορφή ασυνείδητης «προσποίησης νόσου» («malingering»), έτσι, ώστε να εμφανιστούν σταδιακά τα κατάλληλα συμπτώματα. Το ότι οι σαμάνες, που ειδικεύονται σε συγκεκριμένες θεραπείες, είναι πολύ αποτελεσματικοί στην απομάκρυνση των συμπτωμάτων υποδεικνύει ίσως ότι μια τέτοια διαδικασία πράγματι λαμβάνει χώρα. Από την άλλη πλευρά, το ίδιο γεγονός δείχνει ότι πολλοί παραδοσιακοί ψυχοθεραπευτές διακρίνονται για την ενσυναίσθησή τους, (empathy) αλλά και ότι η υποβολή και η αυθυποβολή διαδραματίζουν ίσως σημαντικό ρόλο στην εκδήλωση της ψυχικής νόσου.

Η ικανότητα του παραδοσιακού/εναλλακτικού θεραπευτή να εμπνέει εμπιστοσύνη, αλλά και η ικανότητά του ασθενή να εμπιστεύεται, είναι ίσως τα κρίσιμα στοιχεία στην ενάσκηση και την επιτυχία της εναλλακτικής ιατρικής. Η διαπίστωση αυτή ενισχύεται όχι μόνο από την εξέταση των ψυχιατρικών εναλλακτικών θεραπειών αλλά και των σωματικών, όπως τουλάχιστον προκύπτει από την εξέταση ορισμένων τέτοιων θεραπειών που επιβιώνουν σε παραδοσιακές κοινωνίες, λ.χ., των Φιλιππίνων15, της Ιάβας16, ή των Ινδιάνων Ναβάχο17. Εδώ αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι, στο βαθμό που η συμβατική δυτική ιατρική τέμνεται διαρκώς σε νέες ειδικότητες, τεχνοκρατείται και "βιολογικοποιείται"*, γίνεται εξαιρετικά δυσχερής η εγκαθίδρυση σχέσεων αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ θεράποντα και πάσχοντα.


* Με το μάλλον αδόκιμο νεολογισμό επιδιώξαμε να αποδώσουμε μια κυρίαρχη τάση της σύγχρονης δυτικής ιατρικής αυτήν που επιδιώκει να εξηγήσει τα πάντα με βάση το γενετικό παράγοντα, συχνά παραγνωρίζοντας τις άλλες συνιστώσες της ανθρώπινης ύπαρξης.

- Οι προηγούμενες διαπιστώσεις ερμηνεύουν ενμέρει και την ψυχοθεραπευτική δύναμη της εναλλακτικής ιατρικής. Η ίδια δύναμη εξηγείται και από τον κοινωνικοποιητικό χαρακτήρα πολλών εναλλακτικών θεραπειών. Οι θεραπευτικοί τελετουργικοί χοροί της φυλής των Κούνγκ της ερήμου Καλαχάρι18 και οι θεραπευτικές μέθοδοι των Μποκόνγκο του Κάτω Ζαίρ19 αποσκοπούν πριν απ' όλα στην εμπέδωση της αυτοπεποίθησης και του αυτοσεβασμού στον ασθενή καθώς και στην ενίσχυση των δεσμών του με την κοινότητα, η οποία λειτουργεί-τμηματικά ή στο σύνολό της - ως θεραπευτική ομάδα.

Ακόμη και εκεί όπου ο ασθενής θεωρείται αναγκαίο να απομονωθεί, ώστε να λειτουργήσουν απρόσκοπτα η ανάπαυση και ο διαλογισμός, όπως συμβαίνει με τις «σιωπηλές θεραπείες» της Ιαπωνίας20, ο τελικός σκοπός της θεραπείας είναι να οδηγήσει τον άρρωστο στην ανάληψη μιας υπεύθυνης θέσης στην κοινωνία και στην απόκτηση ενός ανανεωμένου αισθήματος σεβασμού και ευγνωμοσύνης απέναντι σε πρόσωπα με εξουσία. Η συμβατική ιατρική, αν και εκκινώντας από διαφορετικές αξιολογικές αφετηρίες,· επιδιώκει συχνά την επίτευξη ανάλογων στόχων (και αυτό είναι ένα ακόμη σημείο σύγκλισης της εναλλακτικής/παραδοσιακής με τη συμβατική ιατρική). Ωστόσο, η έμφαση που δίνεται από τις προηγμένες κοινωνίες στον οικονομικό παράγοντα συχνά υποβαθμίζει την ψυχοθεραπευτική ικανότητα των συμβατικών θεραπευτικών μεθόδων και την κοινωνικοποιητική τους λειτουργία, αν όχι στο σύνολό τους, τουλάχιστον μερικώς.

Από όσα προαναφέρθηκαν ερμηνεύεται σε μεγάλο βαθμό η διαρκώς αυξανόμενη χρήση των εναλλακτικών θεραπειών στις προηγμένες δυτικές κοινωνίες. Κατ' ανάλογο τρόπο, τόσο οι παραδοσιακές πολιτιστικές εθνικές υποομάδες που ζουν σε αυτές τις κοινωνίες (λ.χ., οι Ινδιάνοι των Η.Π.Α.), όσο και οι παραδοσιακές κοινωνίες στις οποίες υπάρχει δυνατότητα καταφυγής στη δυτική ιατρική φαίνεται ότι προτιμούν τις παραδοσιακές θεραπείες, μεταξύ άλλων για οικονομικούς λόγους21.

Ωστόσο είναι πιθανότατα άλλα τα κύρια αίτια καταφυγής στην εναλλακτική ιατρική στις σύγχρονες κοινωνίες. Σε πρόσφατη έρευνα στις Η.Π.Α.22 διαπιστώνεται ότι οι περισσότεροι χρήστες εναλλακτικών θεραπειών βρίσκονται σε ανώτερο μορφωτικό επίπεδο (και συχνά διαθέτουν μεγάλη οικονομική άνεση) αλλά και σε χειρότερη κατάσταση υγείας από το μέσο όρο. Η ίδια έρευνα συμπεραίνει ότι, πέρα από τη δυσαρέσκεια για την αναποτελεσματικότητα της συμβατικής ιατρικής, φαίνεται ότι κύριο αίτιο της προτίμησης στην εναλλακτική ιατρική είναι ότι οι χρήστες της τη βρίσκουν περισσότερο συμβατή με τις αξίες και τις αντιλήψεις τους καθώς και με τους φιλοσοφικούς τους προσανατολισμούς ως προς την υγεία και τη ζωή.

Κατά την άποψή μας, μόνο υποθέσεις εργασίας μπορούν να γίνουν προς το παρόν σε σχέση με τις αιτίες διάδοσης της εναλλακτικής/παραδοσιακής ιατρικής. Σε κάθε περίπτωση θα ήταν χρήσιμο οι ανάλογες έρευνες να κατηγοριοποιούν τους ασθενείς και τις ζητούμενες εναλλακτικές/παραδοσιακές θεραπείες, καθώς είναι πιθανό ασθενείς με χαμηλότερο, λ.χ., μορφωτικό επίπεδο να κατευθύνονται ευκολότερα σε θεραπείες αμφίβολου ή ανύπαρκτου κύρους (μαντεία, μαγεία, πνευματισμό), ενώ άλλοι με ανώτερο μορφωτικό επίπεδο, να επιλέγουν θεραπείες μεγαλύτερης αξιοπιστίας (ομοιοπαθητική).

Μπορούμε, λοιπόν, να υποθέσουμε βάσιμα ότι ορισμένοι κύριοι λόγοι διάδοσης της εναλλακτικής ιατρικής είναι οι εξής:

α) Το χαμηλό κόστος ορισμένων εναλλακτικών/παραδοσιακών θεραπειών, που τις καθιστά προσιτές στις χαμηλότερες εισοδηματικές τάξεις, ιδιαίτερα στους υποασφαλισμένους και ανασφαλίστους.

β) Η δύναμη της παράδοσης, ισχυρής ιδίως στα αγροτικά και ημιαστικά στρώματα των προηγμένων κοινωνιών.

γ) Η αυξανόμενη ροπή προς το μυστικισμό και η ενίσχυση του θρησκευτικού συναισθήματος που παρατηρούνται στο σύγχρονο κόσμο, ιδίως μετά την πτώση των σοσιαλιστικών καθεστώτων στην Ανατολική Ευρώπη.

δ) Η επίδραση των Μ.Μ.Ε., που διαδίδοντας εναλλακτικές/παραδοσιακές θεραπείες επηρεάζουν και κατευθύνουν ανάλογα το κοινό.

ε) Ο τεχνοκρατισμός και η αποπροσωποποίηση της συμβατικής ιατρικής, που απωθούν ένα μεγάλο μέρος των ασθενών, καθώς και η αποτυχία της στην αντιμετώπιση σοβαρών ασθενειών, που προκαλεί μείωση της αξιοπιστίας της.

στ) Ο ολιστικός χαρακτήρας πολλών εναλλακτικών/παραδοσιακών θεραπειών, που βρίσκει ευνοϊκή ανταπόκριση σε ασθενείς με ανάλογες αξιολογικές και φιλοσοφικές τοποθετήσεις.

ζ) Η ικανότητα πολλών εναλλακτικών θεραπευτών να δημιουργούν ισχυρές σχέσεις αμοιβαίου σεβασμού και εμπιστοσύνης με τους ασθενείς τους.

η) Στις παραδοσιακές ειδικά .κοινωνίες η δυτική ιατρική αντιμετωπίζεται συχνά ως παρείσακτη, προϊόν ενός αλλότριου πολιτισμού που ταυτίζεται με την αποικιοκρατεία έτσι, αντιμετωπίζεται εχθρικά.

Οι προηγούμενες υποθέσεις στηρίζονται κυρίως σε εμπειρικές παρατηρήσεις και σε υπαινιγμούς που ανευρίσκονται στη σχετική βιβλιογραφία. Είναι ανάγκη επίσης να σημειωθεί ότι μέχρι σήμερα οι μελέτες που αφορούν την εναλλακτική/παραδοσιακή ιατρική έχουν γίνει, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, από κοινωνικούς ερευνητές (ανθρωπολόγους, εθνολόγους) και όχι από γιατρούς.

Συμπεράσματα

Στο παρόν άρθρο επιχειρήσαμε μία αποτίμηση της μη συμβατικής ιατρικής από την άποψη της συμβατικής/επιστημονικής ιατρικής. Με τον όρο "μη συμβατική" εννοούμε το σύνολο των θεραπευτικών μεθόδων και τεχνικών που δε διδάσκονται - συστηματικά τουλάχιστον - στις ιατρικές σχολές των σύγχρονων (μετα)βιομηχανικών κοινωνιών ούτε εφαρμόζονται από τα θεσμοθετημένα συστήματα υγείας. Στη μη συμβατική ιατρική συμπεριλάβαμε την εναλλακτική και την παραδοσιακή εκδοχή της περίπου ως ταυτόσημες, κυρίως επειδή οι περισσότερες εναλλακτικές θεραπείες προέρχονται από την παράδοση τόσο των προηγμένων όσο και των αναπτυσσόμενων κοινωνιών. (Τούτο σημαίνει ότι το εύρος των παραδοσιακών δε συμπίπτει με αυτό των εναλλακτικών θεραπειών που εφαρμόζονται στις αναπτυγμένες κοινωνίες).

Η προηγούμενη μεθοδολογική επισήμανση υποδεικνύει την ανάγκη για εντατικότερη μελέτη των μη συμβατικών θεραπειών, όπως αυτές εφαρμόζονται σε αναπτυγμένες και σε παραδοσιακές κοινωνίες. Και τούτο, γιατί η συνύπαρξη της συμβατικής με την εναλλακτική ιατρική συχνό αποβαίνει σε βάρος της πρώτης, με συνέπειες δύσκολα προβλέψιμες για το μέλλον της ιατρικής επιστήμης και της δημόσιας υγείας - και μάλιστα σε μία εποχή όπου θριαμβεύει η βιοϊατρική τεχνολογία. Η αύξηση της ζήτησης για εναλλακτικές/παραδοσιακές θεραπείες είναι αναμφισβήτητη και το φαινόμενο μπορεί να θεωρηθεί ανησυχητικό αλλά και ελπιδοφόρο για την περαιτέρω πρόοδο της ιατρικής, υπό ορισμένες όμως προϋποθέσεις.

Υπάρχουν εναλλακτικές/παραδοσιακές θεραπείες με χαμηλή αξιοπιστία (μαντεία, μαγεία, πνευματισμός, εξορκισμός, θαυματουργική ίαση), στις οποίες, εντούτοις, καταφεύγει σημαντικός αριθμός ασθενών. Οι τεχνικές αυτές εντάσσονται συνήθως σε ένα κλίμα μυστικισμού και ανορθολογισμού, που συχνά τροφοδοτείται από τη διάδοση σκοταδιστικών αντιεπιστημονικών ιδεών στο σύγχρονο κόσμο. Παρ' όλα αυτά, όταν δεν αποτελούν αποδεδειγμένα σκόπιμες προσπάθειες εξαπάτησης του κοινού και εκμετάλλευσης του ανθρώπινου πόνου, οι υπερβατικές θεραπείες χρήζουν επίσης μελέτης. Και τούτο γιατί, πέρα από το ότι εμφανίζουν κάποια αποτελεσματικότητα, υποδεικνύουν σε ποιες κατευθύνσεις θα μπορούσε να στραφεί η επιστημονική ιατρική, ώστε να αντλήσει νέες γνώσεις για τη σχέση ψυχής-σώματος, αλλά και για να αυξήσει την αξιοπιστία της.

Σημαντικότερη ίσως ωφέλεια για τη συμβατική ιατρική θα μπορούσε να προκύψει από τη μελέτη άλλων εναλλακτικών/παραδοσιακών θεραπειών με σαφέστερη αποτελεσματικότητα; όπως είναι η ομοιοπαθητική ή ο βελονισμός. Σε κάθε περίπτωση, η πλήρης ισοπέδωση και απαξίωση όλων των μη συμβατικών θεραπειών θα ήταν ίσως εξίσου απλοϊκή, αφελής και ανορθολογική με την πλήρη αποδοχή τους.

Επισταμένη έρευνα φαίνεται ότι χρειάζεται επίσης και για τα αίτια της εξάπλωσης της εναλλακτικής/παραδοσιακής ιατρικής. Ο εντοπισμός και η διακρίβωσή τους θα προσέφερε στη συμβατική ιατρική ικανά εφόδια για την πρόοδό της. Θα προστάτευε όμως και τους αρρώστους εκείνους που, απογοητευμένοι από τις αποτυχίες της, παρασύρονται και πέφτουν θύματα εκμετάλλευσης από ψευδεπίγραφους θεραπευτές.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  1. D.M. Eisenberg et al.: Trends in Alternative Medicine Use in the United States, 1990-1997; Results of a Follow-Up National Survey. JAMA, 1998, 280 (18): 1569-1575.
  2. N. Koutouvidis, E. Papamichael, A. Fotiadou: Aristophanes "Wealth". Ancient Alternative Medicine and its Modern Survival. J. R. Soc. Med., 1996, 89: 651-653.
  3. H. E. Sigerist: The Special Position of the Sick. In D. Landy (ed.): Culture, Disease and Healing; Studies in Medical Amthropology. Macmillan, London/New York, 1997, p.p. 388-394.
  4. S. Pande: The Mystique of "Western" Psychotherapy: An Eastern Interpretation. Journal of Nervous and Mental Disease, 1968, 146: 425-432.
  5. P.B. Pedersen: Asian Personality Theory. In R. J. Corsini (ed.): Carrent Personality Theory. F. E. Peacock, Ithaca III, 1977, p.p. 367-397.
  6. J. Leff: Psychiatry Around the Globe: A Transcultural View. Gaskell/Royal College of Psychiatrists, London, 1988 (2nd 1985, p.p. 133-135.
  7. V. Barnouw: Culture and Personality. Dorsey Press, Homewood III, 1985 (4m edition), p. 377.
  8. G. Kolaitis, S. Kotsopoulos: Exorcism in the Island of Cefallonia: The End of an Era. Προφορική ανακοίνωση στο «Neurosciences and Psychiatry: crossing the boundaries» Congress of History. Zυρίχη, 14-16.09.1999 και Λωζάνη, 17-18.09 1999.
  9. Z. J. Lipowski: Psychosomatic Medicine and Liaison Psychiatry: Selected papers. Medical Book Co., New York/London, 1985, p. 133-135.
  10. D. C. Gherkin et al.: A. Comparison of Physical Therapy, Chiropractic Manipulation and Provision of an Educational Booklet for the Treatment of Patients With Low Back Pain. N. Engl. J. Med., 1998, 339 (15): 1021-1029.
  11. P. L. Le Bars et al.: A Placebo - Controlled, Double - Blind, Randomized Trial of an Extract of Ginkgo Biloba for Dementia. JAMA, 1997, 278 (16):1327-1335.
  12. A. Kiev: The Study of Folk Psychiatry. In A. Kiev (ed.): Magic, Faith and Healing; Studies in Primitive Psychiatry Today. Free Press of Glenco, London, 1964, p. 25.
  13. S. Parker: Eskimo Psychopathology in the Context of Eskimo Personality and Culture. American Anthropologist, 1962, 64: 76-96.
  14. G. Deveraux: Mohave Ethnopsychiatry and Suicide; the Psychiatric Knowledge and the Psychic Disturbances of an Indian Tribe. Smithsonian Institution, Bureau of American Ethnology, Bulletin 175, Washington D.C., 1962, pp. 19-20.
  15. E. Nurge: Etiology of Illness in Guinhangdan. In D. Landy (ed.): Culture, Disease and Healing; Studies in Medical Anthropology, Machillan, London/New York, 1977, pp. 138-146.
  16. C. Geertz: Curing, Sorcery and Magic in a Javanese Town. In D. Landy (ed.): Culture, Disease and Healing; Studies in Medical Anthropology. Macmillan, London/New York, 1977, pp. 146-154.
  17. W. Morgan: Navaho Treatment of Sickness: Diagnosticians. In D. Landy (ed.): Culture, Disease and Healing; Studies in Medical Anthropology. Macmillan, London/New York, 1977, pp. 163-169.
  18. R. Katz: Boiling Energy: Community Healing Among the Calahari Kung. Harvard University Press, Cambridge Mass., 1982.
  19. J. M. Jansen, W. Arkinstall: The Quest for Therapy in Lower Zaire. University of California Press, Berkeley, 1978.
  20. M. Miura, S. Usa: A Psychotherapy of Neurosis. In T. S. Lebra, W. P. Lebra (eds.): Japanese Culture and behavior; Selected Readings. University Press of Hawaii, Honolulu, 1974, p.p. 431- 442.
  21. Βλ., για παράδειγμα, τα άρθρα των παραπομπών 14, 15, 17.
  22. J. A. Astin: Why Patients Use Alternative Medicine; Results of a National Study. JAMA, 1998, 279 (19): 1548-1553.