Αλκοόλ και έγκλημα
ΔΟΥΖΕΝΗΣ Α.
Επίκουρος Καθηγητής Ψυχιατροδικαστικής, Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ, Β Ψυχιατρική Kλινική Αττικό Νοσοκομείο

Περίληψη
Εισαγωγή: Το αλκοόλ είναι μία ευρύτατα διαδεδομένη εθιστική ουσία με δράση στο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα (ΚΝΣ). Όλες οι εξαρτήσεις είτε αφορούν νόμιμες είτε παράνομες ουσίες συνδέονται με βλάβη της υγείας του εξαρτημένου ατόμου όπως και βλάβη στο κοινωνικό περιβάλλον.

Στόχος: Ανασκόπηση των συσχετίσεων εξάρτησης -κατάχρησης -τοξίκωσης από το αλκοόλ και παραβατικών συμπεριφορών. Αναφορικά με την βλάβη στο κοινωνικό περιβάλλον, οι ουσίες εξάρτησης συνδέονται με ζητήματα παραβατικότητας, δυσκολιών με το νόμο και εγκληματικότητας, η οποία ποικίλλει σε σοβαρότητα. Παράλληλα υπάρχει και επιβάρυνση του κοινωνικού και οικογενειακού περιβάλλοντος του εξαρτημένου.

Αποτελέσματα: Η εξάρτηση- κατάχρηση- τοξίκωση από το οινόπνευμα σχετίζεται με αυξημένη επιθετικότητα στην οικογένεια, στον εργασιακό χώρο, αλλά και στον δημόσιο χώρο, πέραν της ψυχικής και σωματικής επιβάρυνσης. Το αλκοόλ συσχετίζεται θετικά με την έτερο αλλά και την αυτοκαταστροφική συμπεριφορά, τα αυτοκινητιστικά ατυχήματα και την ενδο οικογενειακή βία Ο νομοθέτης δεν αναγνωρίζει την τοξίκωση (μέθη) ως στοιχείο που δυνητικά αίρει τον καταλογισμό στην ποινική δίκη αλλά μπορεί να την δεχθεί σε περιπτώσεις δικαιοπραξίας, στα αστικά δικαστήρια. Eγκέφαλος 2009, 46(2):79-83.

Λέξεις κλειδιά: Αλκοόλ, έγκλημα, βία.

Eισαγωγή

Το αλκοόλ είναι μία ευρύτατα διαδεδομένη εθιστική ουσία με δράση στο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα (ΚΝΣ). Η χρήση της είναι αποδεκτή στον Δυτικό (αλλά όχι στον μουσουλμανικό) κόσμο και είναι η ουσία που χρησιμοποιείται σε όλες τις κοινωνικές εκδηλώσεις. Είναι γνωστό ότι η κατάχρηση -εξάρτηση από το αλκοόλ έχει υψηλό κοινωνικό και οικονομικό κόστος με πολλές παραμέτρους1. Αναζητώντας τις αιτίες της παθολογικής σχέσης των ατόμων με την νόμιμη (στην χώρα μας) αυτή εξαρτησιογόνο ουσία, πρέπει να ληφθούν υπόψη πολλές πλευρές, οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές που δεν είναι αμέσα ορατές και σχετίζονται εκτός των άλλων με την προώθηση και το κέρδος της παραγωγής και της κατανάλωσης αλκοόλ.

Όλες οι εξαρτήσεις είτε αφορούν νόμιμες είτε παράνομες ουσίες συνδέονται με βλάβη της υγείας του εξαρτημένου ατόμου όπως και βλάβη στο κοινωνικό περιβάλλον. Στο επίπεδο της βλάβης στο κοινωνικό περιβάλλον, οι ουσίες εξάρτησης συνδέονται με ζητήματα παραβατικότητας, δυσκολιών με το νόμο και εγκληματικότητας, η οποία ποικίλλει σε σοβαρότητα2,3.

Οι χρήστες οινοπνεύματος παρουσιάζουν μια έντονη ετερογένεια σε πολλά από τα είδη των χαρακτηριστικών που αφορούν την έναρξη, την πορεία και την έκβαση της κατάχρησης/ εξάρτησης. Κοινό κλινικό χαρακτηριστικό τους είναι αναμφισβήτητα η παρορμητικότητα ιδιαίτερα όσον αφορά την χρήση του οινοπνεύματος. Παρόλο που ετερογένεια των εξαρτημένων επεκτείνεται και σε ένα μεγάλο αριθμό επιπρόσθετων χαρακτηριστικών, όπως η προσωπικότητα, η συννοσηρότητα (άγχος, κατάθλιψη), συνολικά η κατάχρηση και η εξάρτηση στο αλκοόλ συνδυάζεται με παραπτωματικότητα και επιθετικότητα.

Η εξήγηση αυτής της σχέσης παραβατικότητας- επιθετικότητας και αλκοόλ δεν είναι εύκολα εξηγήσιμη. Μπορεί να είναι αποτέλεσμα της δράσης του οινοπνεύματος στον εγκέφαλο, ή μπορεί να οφείλεται σε χαρακτηριστικά των χρηστών των ιδίων, μπορεί επίσης και οι δύο αυτοί παράμετροι να συνεισφέρουν στο αποτέλεσμα αυτό.

Διαφορετικοί ερευνητές έχουν κατά καιρούς εξετάσει τη δυνατότητα να διαφοροποιούν ειδικές ομοιογενείς υποομάδες (τύπος Ι και τύπος Ι-Ι αλκοολισμού). Στη τύπο Ι-Ι υπάρχει κληρονομική επιβάρυνση, πρώιμη έναρξη της κατανάλωσης οινοπνεύματος, βαριά εξέλιξη που συχνά συνδυάζεται από βίαιες και παρορμητικές συμπεριφορές. Επίσης στον τύπο Ι-Ι αναφέρεται χρήση και άλλων εθιστικών ουσιών πλην του οινοπνεύματος. Ο τύπος Ι έχει όψιμη έναρξη, πιο ελαφριά πορεία και σπάνια εμπλέκεται σε αντικοινωνικές δραστηριότητες. Οι με την παρορμητικότητα και την επιθετικότητα είναι αυτοί με αλκοολισμό τύπου ΙΙ, αυτοί είναι κατά συνέπεια και οι αλκοολικοί που χρήζουν μεγαλύτερης μελέτης αναφορικά με το έγκλημα4,5.

Αλκοόλ και επιθετικότητα-παραβατικότητα

Ο τρόπος που το οινόπνευμα οδηγεί σε αύξηση της επιθετικότητας και της παρορμητικότητας, δεν είναι μονοδιάστατος6. Η δράση δηλαδή του οινοπνεύματος δεν επιτυγχάνεται μέσω μόνο μίας οδού. Οι πιο επιστημονικά τεκμηριωμένες "οδοί" περιγράφονται:

  1. Αμιγώς βιολογικά, η κατανάλωση οινοπνεύματος προκαλεί άρση των αναστολών (disinhibition). Η άρση αναστολών σημαίνει ότι συμπεριφορές που κάτω από φυσιολογικές συνθήκες θα περιοριζόταν μέσα στα πλαίσια των κοινωνικών ορίων στην φάση τοξίκωσης δεν ελέγχονται. Αυτό οφείλεται σε άμεση δράση του οινοπνεύματος στον εγκέφαλο και ιδιαίτερα στις περιοχές του εγκεφάλου που έχουν πειραματικά συσχετισθεί με τον έλεγχο και την αυτοσυγκράτηση (μετωπιαίος λοβός κλπ). Το οινόπνευμα ελαττώνει την αίσθηση του φυσικού και κοινωνικού αντίκτυπου της επιθετικότητας.
  2. Η θεωρία της κοινωνικής μάθησης κατά την οποία ο κόσμος προσδοκά από το χρήστη οινοπνεύματος μια αυξημένη επιθετική συμπεριφορά με την κατανάλωση οινοπνεύματος. Αρκετοί χρήστες οινοπνεύματος έχουν εξοικειωθεί στην ανάπτυξη επιθετικότητας και αντικοινωνικής παρορμητικότητας με την κατανάλωση οινοπνεύματος.
  3. Η θεωρία της αλληλεπίδρασης μεταξύ κατανάλωσης οινοπνεύματος και βίαιης συμπεριφοράς μέσα στην οικογένεια. Είναι επιστημονικά τεκμηριωμένο ότι άτομ τα οποία μεγάλωσαν σε ένα βίαιο περιβάλλον εμφανίζουν μεγαλύτερη επιθετικότητα στην ενήλικη ζωή τους, συγκρινόμενα με άτομα που δεν βίωσαν επιθετικότηα στο οικογενειακό τους περιβάλλον. Το εύρημα αυτό συμβαδίζει με την παρατήρηση ότι οι αλκοολικοί προέρχονται συχνά απο οικογένεις όπυ η βία είναι συχνή. Επιπλέον στοιχείο ενισχυτικό της συσχέτισης αυτής είναι ότι συχνά αναφέρεται κακοποίηση του συντρόφου από τους αλκοολικούς.
  4. Παρόμοια αλλά όχι ταυτόσημη είναι η θεωρία ότι η υπερβολική χρήση οινοπνεύματος προκαλεί ένα 'μυωπικό' αποτέλεσμα, όπου η προσοχή κατανέμεται κυρίως στα πιο έκδηλα και προκλητικά ερεθίσματα μιας συγκεκριμένης κατάστασης. Από αυτά τα ερεθίσματα υποκινείται μια δυσανάλογη αντιδραστική συμπεριφορά. Τo oιvόπvευμα αυτό καθ' εαυτό έχει βρεθεί ότι έχει σωματικά έvα κατευvαστικό απoτέλεσμα, αλλά ψυχoλoγικά φαίνεται να έχει έvα διασπαστικό απoτέλεσμα. Κατά συνέπεια σε κατάσταση μέθης υπό τηv πίεση υψηλoύ επιπέδoυ πρoσωπικής απειλής, φαίvεται vα γίvεται o εστιασμός στα αρvητικά ερεθίσματα και αυτό vα oδηγεί στηv έκφραση μιάς έντovης επιθετικότητας. Η θεωρία αυτή έχει και ενισχυτικά εργαστηριακά ευρήματα σε πειράματα με ζώα.
  5. Συχνά υποθέτεται ότι η ύπαρξη της επιθετικής συμπεριφοράς που εμφανίζεται στους χρήστες οινοπνεύματος, είναι σύμπτωμα της αντικοινωνικής διαταραχής προσωπικότητας. Όμως είναι απαραίτητο να επισημανθεί ότι η επιθετική συμπεριφορά δε φαίνεται να περιορίζεται μόνο στους χρήστες οινοπνεύματος με αντικοινωνική διαταραχή προσωπικότητας, αλλά υπάρχει ένα μεγάλο ποσοστό αλκοολικών που ενώ δεν έχει διαγνωστεί με την αντικοινωνική διαταραχή προσωπικότητας παρουσιάζει επιθετική συμπεριφορά στην ενήλικη ζωή του. Αν και μερικά από τα χαρακτηριστικά της διάγνωσης αντικοινωνικής διαταραχής προσωπικότητας περιλαμβάνουν εμφανίσεις επιθετικότητας φαίνεται ότι η επιθετική συμπεριφορά παρουσιάζει μια ξεχωριστή διάσταση με διαφορετική αιτιολογία και ψυχοπαθολογία.
  6. Παθολογική μέθη: Ο όρος αυτός χρησιμοποιήθηκε ευρέως την δεκαετία του 90. Έχει προταθεί ότι για ορισμένα άτομα η κατανάλωση οινοπνεύματος οδηγεί σε μια παθολογική κατάσταση κατά την οποία το άτομο εμφανίζει μια ανεξέλεγκτα βίαιη και παρορμητική συμπεριφορά. Η παθολογική μέθη έχει θεωρηθεί ότι είναι μία ιδιοσυγκρασιακή αντίδραση στο οινόπνευμα και οι προκαλούμενες από αυτή μη αναμενόμενες συμπεριφορές έχουν αποτελέσει θέμα πολλών συζητήσεων (ιδιαίτερα στους νομικούς κύκλους των ΗΠΑ). Στην πρώιμη βιβλιογραφία απαντώνται για την παθολογική μέθη οι κατωθι όροι: "pathological intoxication", "pathological reaction to alcohol", "acute alcoholic paranoid state" και "mania a potu". Πρώιμες ανασκοπήσεις αυτής της συνθήκης έγιναν από τον Banay RS (1944) και τους May PRA και Ebaugh FG (1953). H παθολογική μέθη όταν περιγράφηκε απέκτησε ιδιαίτερο ιατροδικαστικό ενδιαφέρον, επειδή αναφερόταν σε μία ειδική μορφή βίας που σχετιζόταν με το οινόπνευμα.

Σύμφωνα με τους επιστήμονες που δέχονται την ύπαρξη της, η παθολογική μέθη είναι μία οξεία εγκεφαλική αντίδραση ή βραχεία βιωμένη παρανοϊκή ψύχωση που εκφράζεται από μία παράλογη επιθετική συμπεριφορά και μπορεί να αναπτυχθεί αστραπιαία κατά τη διάρκεια κατάχρησης οινοπνεύματος. Μερικές φορές έχουν σημειωθεί τέτοιες αντιδράσεις μετά την κατανάλωση μικρών ποσοτήτων οινοπνεύματος. Έχουν αναφερθεί ακραία παραδείγματα εκρήξεων ανεξέλεκτων μανιών και αυτή η διέγερση μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές καταστροφικές πράξεις κατά άλλων προσώπων και κατά της ιδιοκτησίας. Η διάρκεια αυτών των αντιδράσεων είναι σύντομη και υπάρχει μία επακόλουθη αμνησία ολόκληρου του επεισοδίου.

Η παθολογική μέθη είχε αναχθεί σε ειδικά χαρακτηριστικά της προσωπικότητας ή σε περιόδους υπερέντασης ή μεγάλης εξάντλησης του ατόμου. Μερικές φορές ενοχοποιήθηκαν οι τάσεις για επιληψία ή υπογλυκαιμία.

Πιθανόν υπάρχουν μερικές ενδείξεις που υποστηρίζουν ότι άτομα με οργανικές αλλαγές στο ΚΝΣ κυρίως τραυματικής φύσης, μπορούν να είναι επιρρεπή να εμφανίσουν αντιδράσεις παθολογικής μέθης μετά από σοβαρή κατανάλωση οινοπνεύματος.

Προσπάθειες για απ' ευθείας μελέτη της παθολογικής μέθης έδωσαν αντικρουόμενα αποτελέσματα. Οι Bach-Y-Rita G και συνεργ. (1970) χορήγησαν ενδοφλέβιες εγχύσεις οινοπνεύματος σε 10 άτομα με ιστορικό βίαιων εκρήξεων όταν μεθούσαν, αλλά σε καμία περίπτωση δεν αναπαρήχθη η βίαιη συμπεριφορά. Ωστόσο σ' ένα ανάλογο πείραμα ο Maletzky BM (1976) είχε τις αναμενόμενες αντιδράσεις στις 15 από τις 22 περιπτώσεις. Εννέα άτομα έγιναν βίαια με δυσανάλογη διέγερση, τέσσερα είχαν ψυχωτική αντίδραση με παραισθήσεις και ψευδαισθήσεις και δύο παρουσίασαν μία μείξη των προηγούμενων καταστάσεων. Τα υπόλοιπα άτομα ανέπτυξαν μόνο μία φυσιολογική μέθη4.

Ο Coid J (1979)7 σε μία λεπτομερή ανασκόπηση δεν βρήκε κάτι που να υποστηρίζει την άποψη ότι μικρές ποσότητες οινοπνεύματος μπορούν να πυροδοτήσουν βίαιες εκρήξεις. Η νοσολογική κατάσταση αυτής της συνθήκης φαίνεται να είναι αμφίβολη. Πλέον υποστηρίζεται ότι ο όρος της "παθολογικής μέθης" δεν υπάρχει ως νοσολογική οντότητα ή νευροψυχιατρικό σύνδρομο και πρέπει να απομακρυνθεί η αντίληψη της ακραίας βίαιης αντίδρασης που σχετίζεται με το οινόπνευμα.

Αυτή η ειδική μορφή βίας, συσχετιζόμενη με το οινόπνευμα, συμπεριλαμβανόταν στα πρώιμα διαγνωστικά εγχειρίδια, αλλά απουσιάζει από το DSM-IV.

Η κατάχρηση, επιβλαβής χρήση, εξάρτηση, στο αλκοόλ επηρεάζει με διαφορετικό τρόπο διάφορες ηλικιακές ομάδες και τρόπους συμπεριφοράς αναφορικά με την παραβατικότητα8.

Εφηβεία - Αλκοόλ και παραβατικότητα

Η εφηβεία είναι μια περίοδος στην εξέλιξη των ανθρώπων με αυξημένους κινδύνους για σοβαρές ψυχιατρικές διαταραχές όπως η σχιζοφρένεια, αλλά και ηχρήση/κατάχρηση ουσιών η οποία εμφανίζεται σε πολύ μεγαλύτερα ποσοστά εφήβων απο ότι η ψύχωση. Το αλκοόλ χρησιμοποιείται στην μεταβατική αυτή περίοδο πριν από την ενηλικίωση, σαν ένα όχημα για την αντιμετώπιση των διαφόρων νέων και αγχωδών καταστάσεων που απαιτούν προσαρμογή. Ο έφηβος προκειμένου να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες της "ενηλικίωσης" πολλές φορές καταφεύγει στην αυξημένη χρήση/κατάχρηση αλκοόλ9. Η εφηβική ηλικία πρέπει να αποτελέσει τον στόχο οργανωμένων προληπτικών παρεμβάσεων. Στην ανάπτυξη αυτών των παρεμβάσεων πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη η νοημοσύνη των εφήβων καθώς έχει επιβεβαιωθεί ότι χαμηλή νοημοσύνη, συνδυαζόμενη με σοβαρή κατάχρηση αλκοόλ, αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο εκδήλωσης βίαιης συμπεριφοράς10. Στην Ελλάδα, όπως και στην Ευρώπη, σημαντικό ποσοστό των εφήβων κάνει κατάχρηση αλκοόλ. Σε ένα ποσοστό που κυμαίνεται μεταξύ 15 και17% αυτό έχει την μορφή συχνής κατανάλωσης μεγάλων ποσοτήτων αλκοόλ (binge drinking) και περίπου 3% παρουσιάζουν εξάρτηση.

Παραβατικότητα/εγκληματικότητα ενηλίκων και αλκοόλ

Το οινόπνευμα έχει σημαντικότατο ρόλο στην διάπραξη εγκλημάτων και παραβάσεων. Η σχέση αυτή έχει αναγνωρισθεί από πολλών ετών. Μετά τον 1950 η προσοχή των ερευνητών εχει εστιασθεί στον ρόλο του οινοπνεύματος στην πραγματοποίηση εγκληματικών πράξεων και στην σχέση οινοπνεύματος και επιθετικότητας καθώς και στον επιπιλεασμό του αλκοολισμού σε πληθυσμούς κρατουμένων.

Η επιθετικότητα ατόμων υπό την επήρεια του οινοπνεύματος αναλογεί σε χιλιάδες χαμένες παραγωγικές ώρες εργασίες και σε αυξημένη νοσηρότητα. Αυτή η βία παρουσιάζεται ιδιαίτερα συχνά στα τμήματα των επειγόντων περιστατικών, τα τμήματα ενδονοσοκομειακής περίθαλψης καθώς και στις φυλακές.

Η εγκληματικότητα η οποία οδηγεί σε φυλάκιση έχει συνδεθεί με την αυξημένη καθημερινή κατανάλωση αλκοόλ πριν από την φυλάκιση, την μέση εξάρτηση βαρύτητας από το αλκοόλ και σοβαρά ψυχοκοινωνικά προβλήματα συνδεόμενα με τη χρήση ουσιών και αλκοόλ. Ένα σημαντικό ποσοστό των φυλακισμένων για βίαιη εγκληματική συμπεριφορά ανέφερε ότι διέπραξαν τις πράξεις αυτές σε φάση τοξίκωσης από διάφορες ουσίες μεταξύ των οποίων και το αλκοόλ. Ερευνητικές εργασίες αναφέρουν ότι σε ποσοστό 70% τα άτομα που έχουν διαπράξει φόνο έχουν αλκοόλ στο αίμα τους. Η ποσότητα του οινοπνεύματος μάλιστα στους περισσότερους από αυτούς είναι σε υψηλά επίπεδα11.

Η κατάχρηση αλκοόλ όμως δεν αυξάνει μόνο τον κίνδυνο επιθετικής συμπεριφοράς. Αυξάνει επίσης τον κίνδυνο θυματοποίησης: κάποιος που κάνει κατάχρηση οινοπνεύματος δεν αυξάνει μόνο την πιθανότητα να γίνει βίαιος, αυξάνει σε μεγάλο βαθμό την πιθανότητα να πέσει θύμα βίας12. Η αμφίδρομη αυτή σχέση υπογραμμίζεται από το γεγονός ότι τα θύματα φόνου σε ποσοστό πάνω από 40% είχαν και αυτά αλκοόλ στο αίμα τους.

Βία στο χώρο εργασίας και το οικογενειακό περιβάλλον

Η σχέση του αλκοόλ και της βίας στον εργασιακό χώρο έχει επιβεβαιωθεί από διάφορες μελέτες διαφόρων κλάδων, όπως εγκληματολογικές, εθνογραφικές καθώς και επιδημιολογικές.

Συμβάντα που έλαβαν μεγάλη δημοσιότητα, έστρεψαν την δημόσια προσοχή και ευαισθητοποίησαν το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο γύρω από το πρόβλημα της βίας και της κακοποίησης μέσα στην οικογένεια. Στο περιβάλλον αυτό, η βία ασκείται κυρίως από άνδρες προς τις γυναίκες, μέσα σε ένα αντιφατικό πολλές φορές πλαίσιο13. Οι γυναίκες αποδίδουν στο αλκοόλ τη βίαιη συμπεριφορά, απομονώνοντάς το από το σύντροφό τους, τον οποίο για μακρό διάστημα αποδέχονται και του οποίου την εξάρτηση ενδεχομένως ενισχύουν με διάφορους έμμεσους τρόπους. Ένα ποσοστό 70% ατόμων που κακοποιούν, πριν από την βίαιη συμπεριφορά είχε καταναλώσει αλκοόλ. 50% από αυτά πληρούν τα κριτήρια για εξάρτηση στο αλκοόλ.

Η σχέση κατάχρησης εξάρτησης αλκοόλ και αυτοκινητιστικών δυστυχημάτων είναι εδραιωμένη και υπαρκτή, όπως υπαρκτά είναι και τα τεράστια προσωπικά, κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα τα οποία δημιουργεί. Απαιτείται ξεχωριστό άρθρο για την ανασκόπηση της επιστημονικής έρευνας στο πεδίο αυτό που στην χώρα μας έχει ιδιαίτερη σημασία καθώς συγκαταλέγεται στις χώρες με πολύ μεγάλο αριθμό θανάτων από τροχαία δυστυχήματα.

Συμπεράσματα

Το αλκοόλ σχετίζεται με παραβατικές συμπεριφορές και πολύ συχνά βρίσκεται όχι μόνο στο θύμα αλλά και στον θύτη.

Η εφηβεία είναι συνήθως η περίοδος που ξεκινά η σχέση με το αλκόλ και οι αλλαγές στον κοινωνικά αποδεκτό τρόπο κατανάλωσης σχετίζονται με αυξημένη επικινδυνοτητα.

Στην ενήλικο ζωή το αλκοόλ έχει συμμετοχή στην ετεροκαταστροφική αλλά και στην αυτοκαταστροφική συμπεριφορά και η συμμετοχή ως εκλυτικός παράγοντας στα βίαια εγκλήματα είναι επιβεβαιωμένη.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  1. A.G. Nikelly. Alcoholism: Social as well as psycho-medical problem-The missing "big Picture". Alcohol and Drug. Education spring 1994, pp1-12.
  2. Editorial. Is Impulsive aggression a Disorder of the Individual or a Social One? A Matter of Metaphor. Society of biological psychiatry, 1994.
  3. Plutchic R, van Praag H. The measurement of suicidality, aggression and impulsivity. Prog Neuro-Psychopharmacol Biol Psychiatry, 1989 13:s23-s34
  4. Μουσσάς Γ: Αλκόλ και Παραβατικότητα, στο βιβλίο Ψυχιατροδικαστική Α. Δουζένης, Λ. Λύκουρας εκδόσεις Πασχαλίδης Αθήνα 2007
  5. Lykouras L, Moussas G, Botsis A. Examination of type I/type II alcoholism typology in a Greek hospital treatment population. Eur Psychiatry. 2004; 19(4):214-8.
  6. Δουζένης Α, Τσίρκα, Βασιλοπούλου Κ, Χριστοδούλου Γ. Ο ρόλος της σεροτονίνης στη νευροβιολογία της επιθετικότητας. Ψυχιατρική. 2004, 15:48-56
  7. Coid J: Mania a potu a critical review of pathological intoxication Psychol Med 1979, 9(4):709-719
  8. Bushman BJ and Cooper HM: Effects of alcohol on human aggression: an integrative research review. Psychol Bull. 1990 May; 107(3):341-54
  9. M Murttunen, H Aro, M Henriksson, J Lonnqist. Psychosocial stressor more common in adolescent suicides with alcohol abuse compared with depressive adolescents suicides. J. AM. Acad. Child Adolesc Psychiatry, (1994) 33:4, May.
  10. Sher L, Zalsman G. Alcohol and Adolescent Suicide. Int J Adolesc Med Health.(2005) Jul- Sep; 17(3):197-203
  11. Levay B. Alcohol and Crime. Psychiatry Hung, (2006); 21(1):18-19.
  12. Tardiff K, Sweillam A: Assultive behavior among chronic patients. Am J Psychiatry (2001) 139:212-215.
  13. Sarah Galvani. Alcohol and Domestic Violence. Women's views., J Violence Against Women. 2006, Vol 12 No 7, July, pp - 641-662.